Όταν «χορηγούμε» στον εαυτό μας ένα ευχάριστο ερέθισμα (ο καθένας ας σκεφτεί το αγαπημένο του: να τρέχει μόνος του, να διαβάζει, να τρώει παγωτό...), αυξάνεται στον εγκέφαλό μας η παραγωγή του νευροδιαβιβαστή που είναι γνωστός ως «ντοπαμίνη», προκαλώντας μια σειρά από αλλαγές που θα μας επιτρέψουν να απολαύσουμε το συγκεκριμένο ερέθισμα, να επικεντρωθούμε σε αυτό διώχνοντας από τον νου μας κάθε άλλη έγνοια. Η ντοπαμίνη είναι, εντέλει, εκείνη που μας επιτρέπει να νιώσουμε απόλαυση, χαρίζοντάς μας στιγμές ευτυχίας, ικανοποίησης και ευεξίας. Όσο ισχυρότερο είναι το ευχάριστο ερέθισμα, τόσο πιο έντονα θα το αναζητήσουμε ξανά για να μας προσφέρει και πάλι απόλαυση. Αυτή ακριβώς η «επιβράβευση» μας ωθεί να επιθυμούμε να επαναλάβουμε την συμπεριφορά που την προκάλεσε. Με άλλα λόγια, το σύστημα επιβράβευσης, με κεντρικό στοιχείο του τη ντοπαμίνη, είναι υπεύθυνο για την προσκόλλησή μας στα πράγματα, τόσο τα ωφέλιμα όσο και τα επιβλαβή. Εκτός από τη ντοπαμίνη, υπάρχουν στον εγκέφαλό μας και άλλες ουσίες που εμπλέκονται στο απολαυστικό βίωμα, όπως οι ενδορφίνες και τα ενδοκανναβινοειδή. Το παρόν βιβλίο αναλύει αυτές τις ουσίες και επισκοπεί τις πιο κοινές απολαύσεις τις ζωής και τη νευροβιολογική τους αντιστοίχιση, χωρίς να λησμονεί ότι το βίωμα της απόλαυσης είναι άκρως προσωπικό, εφόσον αυτό που γεννά ηδονή σε κάποιους μπορεί για άλλους να είναι εντελώς απωθητικό.